ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Πήγαμε και είδαμε: Saved

ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΑΛΑΗΣ

Της Αργυρώς Τουμάζου

Το θεατρικό Saved (Λυτρωμένοι - 1964) του Βρετανού Edward Bond, ενός από τους ζωντανούς ακόμα μύθους του ευρωπαϊκού θεάτρου, που μεσουράνησε δεκαετίες 60-80 και συνεχίζει μετρώντας πάνω από 50 έργα και χρόνια πρακτικής, είναι από εκείνα τα απίστευτα φιλοσοφημένα έργα. Πολιτικό μέχρι το κόκκαλο, άμεσο κι’ εύληπτο από τη μια σαν αγγλικό ριάλιτι, αντιεμπορικό και με σκληρή avant-guard θεατρική γλώσσα και δομή από την άλλη. Σαν όλα του τα έργα, που όχι μόνο δεν κατατάσσονται εύκολα, αλλά αποτελούν είδος (genre) από μόνα τους, το κυρίαρχο συστατικό εδώ είναι η απογύμνωση της καθημερινής βίας που φυτρώνει στα ταράφια της κοινωνικής αποξένωσης και ανέχειας.  Μαύρο χιούμορ φωτίζει τους φτωχούς, ανερμάτιστους και περιθωριοποιημένους νέους της Αγγλίας.
 
Αυτό το ριζοσπαστικό έργο, λοιπόν, ανεβάζει το Σατιρικό στο εναλλακτικό υπόγειό του, σε σκηνοθεσία της Λεμεσιανής Μαρίας Κυριάκου, όπου νέοι ηθοποιοί και σπουδαστές της σχολής του, πλαισιώνουν την κύρια διανομή. Οι έμπειροι Πόπη Αβραάμ και Παντελής Άντωνας, ως οι απόλυτα δυσλειτουργικοί γονείς  – μίσος κι εκδίκηση αλλήλων - της εκρηκτικής ερωτύλου νεαρής Παμ, της Αντωνίας Χαραλάμπους, την οποία ερωτεύεται ο ευαίσθητος και ντροπαλός νέος του Άρη Καλλέργη, που δεν ήξερε καλύτερα και μετακόμισε σαν νοικάρης στο σπίτι τους... Το αγκάθι, ο αρχηγός της λούμπεν αντροπαρέας του Αντρέα Παπαμιχαλόπουλου, χαρακτηριστικά αντιπαθής μάτσο, βίαιος και αλανιάρης. Όλοι μαζί, στις παρυφές της ανεργίας και του κοινωνικού περιθωρίου, όπου η αξία της ζωής είναι φτηνή κι αλώνεται στα πεζοδρόμια της γειτονιάς σε λογιών-λογιών καταστροφικά παιγνίδια.

Παρόλες τις μεταφραστικές απαιτήσεις του ιδιοσυγκρασιακής γραφής του Bond, η επιδέξια και ρέουσα ελληνική μετάφραση της  Χριστίνας Μπάμπου Παγκουρέλη το μεταφέρει θαυμαστά σε μια ελληνικής έκφρασης εκδοχή. Δυναμική κι’ ενδιαφέρουσα η σκηνοθεσία της Κυριάκου, ίσως έντονα εξωστρεφής αλλά με ωραίους υποκριτικούς ρυθμούς, γεμάτες σιωπές και πετυχημένες εξάρσεις, καταφέρνει το απολαυστικό παράδοξο, μέσα από ελληνικότατη γλώσσα και συμπεριφορά να ανακαλεί την αγγλική υποκουλτούρα… μονάχα ο Παπαμιχαλόπουλος προφέρει ακόμα με κάποια κυπριακή χροιά. Οι κύριοι ρόλοι είναι σαφείς, ακριβείς και στο φουλ… φωνές, βρισιές, υστερίες μέσα στο σπίτι και αλληλοεπιθέσεις. Aπλώνει το σκηνικό προς όλες τις κατευθύνσεις και κινεί έξυπνα τους ήρωες της, που είναι συχνά παρόντες και απόντες μέσα στο ίδιο το έργο και τις σκηνές του.
 
Είναι όμως και η γοητευτική εικαστική  σκηνογραφία του Χάρη Καυκαρίδη, σαν ηχοτοπίο σε σχεδιασμό ήχου του Πάνου Μπαρτσή και φωτισμούς του Βικέντιου Χριστιανίδη, που αποτυπώνουν πετυχημένα και αφηρημένα το περιθωριακό τοπίο της παραγωγής… ένα χαλασμένο πλακόστρωτο, με αγριόφυτα να ξεφυτρώνουν στους αρμούς,  μικρές στοίβες ξεραμένα φύλλα, σκουπίδια και πεταμένα έπιπλα, λακκούβες λαντωμένες από βροχή και θόρυβοι αδιέξοδοι, σαν έγκλειστη σήραγγα πεζών, από αυτές τις σκοτεινές που δεν θα ‘θελες επουδενί να διαβείς τις βροχερές και σκοτεινές νύχτες, για να μην συναντήσεις αυτούς ακριβώς τους ήρωες στην πραγματικότητα… τέτοιες ώρες είναι που μετατρέπονται σε βίαια ανθρωπάκια, καταπιεσμένα, στο χειρότερο τους παρονομαστή… Σ’ αυτό το σκοτεινό χαλί της παρακμής εξελίσσονται όλες οι σκηνές με τους ήρωες να μπαινοβγαίνουν σε σπίτια, φυλακές, λίμνες, πεζοδρόμια, με μικρο-προσθέσεις ελάχιστων επίπλων να καθορίζουν κάθε σκηνή.
 
Συναρπαστική η ερμηνεία της Αντωνίας Χαραλάμπους, με απύθμενη ορμή, έλεγχο και τεχνική, δεν χάσαμε τίποτα από τη συμπεριφορά και τα λεγόμενα της. Όσο κι’ αν θέλαμε πολύ να την χαστούκιζε κάποιος στα τσαλίμια της, άλλο τόσο ζούσαμε την κατάντια της. Δίπλα της ο συμπαθέστατος Άρης Καλλέργης, αν και πιο άπειρος ερμηνευτικά, αποδεικνύεται ικανός, με καλό χρονισμό και με αυτή τη ψυχολογία του θύματος, του καλού κι αδύναμου παιδιού που πείθει απόλυτα.
 
Η ακριβέστατα εκφραστική ερμηνεία της Πόπης Αβραάμ ανέβαζε το επίπεδο οικογενειακής κακίας, ενώ αντίθετα ο επίσης έμπειρος Παντελής Άντωνας μέσα στη στωική σιωπή και παραίτηση του μπρος τα θηλυκά του γένους, δημιουργεί μια φιγούρα παροιμιώδους απουσίας, μα με ψήγματα ανθρώπινης ενσυναίσθησης μέσα από το μισογυνισμό του. Αποκορύφωμα ένας καβγάς τους αποτελεσματικός και σοκαριστικός.
 
Και η ιστορία δεν αργεί να επαναληφθεί.  Έτσι ξέρουν… έτσι κάνουν, πιασμένοι στα πλοκάμια αυτής της αδιέξοδης κοινωνικής πλεκτάνης της αποξένωσης και του κοινωνικού αποκλεισμού της μεταβιομηχανικής Βρετανίας… και όχι μόνο.