Loading...
Βρέθηκα με τον Ανδρέα στο Zest της Πινακοθήκης ένα βροχερό μεσημέρι Τρίτης. Ξεκινώντας την κουβέντα μας δεν άργησα να καταλάβω πως πίσω από τη σεμνότητα του κρύβεται ένας άνθρωπος με πάθος για το θέατρο, με διαδρομή γεμάτη αναζητήσεις και αποφάσεις που τον έφεραν στο σήμερα. Παραγγείλαμε χυμό πορτοκάλι με τζίντζερ και τον απολαύσαμε, καθώς ξετύλιγε το κουβάρι της ενδιαφέρουσας ιστορίας του.
Γεννήθηκα στη Λευκωσία, φοίτησα στο Δημοτικό Σχολείο Αγίων Ομολογητών και συνέχισα στην Αγγλική Σχολή Λευκωσίας. Εκεί ξεκίνησε και η σχέση μου με την αγγλική γλώσσα, καθώς και η επαφή μου με το θέατρο, κυρίως μέσα από αγγλόφωνες παραγωγές.
Στην Αγγλική Σχολή υπήρχε το Drama Club, το οποίο μας έδινε την ευκαιρία να δημιουργούμε και να ανεβάζουμε τις δικές μας παραστάσεις στο σχολικό θέατρο. Έρχονταν μάλιστα μαθητές και από άλλα σχολεία για να τις παρακολουθήσουν. Η πρώτη μου επαφή με το θέατρο ήταν, λοιπόν, στην εφηβεία.
Ένας πολύ καλός μου φίλος και συμμαθητής, ο Άλεξ Μιχαηλίδης –που σήμερα είναι διάσημος συγγραφέας– με παρότρυνε να ενταχθώ στη θεατρική ομάδα. Με σύστησε στο Αγγλοκυπριακό Θέατρο, το οποίο ανέβαζε ερασιτεχνικές παραστάσεις στα αγγλικά. Ήμασταν τότε 14 ετών και συμμετείχαμε σε αγγλόφωνες παραστάσεις τόσο στο σχολείο όσο και εκτός. Ο Άλεξ ήταν ο πρώτος μου μέντορας, παρά το ότι ήμασταν συνομήλικοι. Μου άνοιξε έναν κόσμο γεμάτο θέατρο, ηθοποιούς, βρετανικές εκπομπές και κωμωδίες που με ενέπνευσαν.
Η Αγγλική Σχολή είναι ένα εξαιρετικό σχολείο, που προετοιμάζει τους μαθητές για σπουδές στην Αγγλία, κάτι που με ενδιέφερε. Μετά τον στρατό, σπούδασα Μαθηματικά και Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Μάντσεστερ. Στη συνέχεια, εργάστηκα για έναν χρόνο στο Λονδίνο και, επιστρέφοντας στην Κύπρο, έκανα MBA στο CIIM. Οι σπουδές μου ήταν μια επιλογή ασφαλείας, αλλά μου άρεσαν κι όλας. Τα μαθηματικά τα θεωρούσα τη "γλώσσα του μυαλού", ενώ η διοίκηση επιχειρήσεων αποδείχθηκε χρήσιμη, ειδικά όταν ξεκίνησα τις δικές μου παραγωγές.
Κατά τη διάρκεια του MBA, ξαναθυμήθηκα την αγάπη μου για το θέατρο και άρχισα να συμμετέχω σε ερασιτεχνικές παραστάσεις. Σταδιακά, ξεκίνησα τις δικές μου παραγωγές και το 2003 ίδρυσα την Alpha Square. Οι περισσότερες παραστάσεις μου ανέβαιναν στο Θέατρο Ένα, όπου γνώρισα τον Ανδρέα Χριστοδουλίδη. Ήταν ο πρώτος που πίστεψε σε μένα τόσο ως ηθοποιό όσο και ως σκηνοθέτη, δίνοντάς μου ευκαιρίες, ακόμα και ανεβάζοντας το δικό μου έργο «Και οι πλούσιοι κλαίνε», μια παρωδία τηλεοπτικής σαπουνόπερας.
Παράλληλα, εργαζόμουν στην οικογενειακή επιχείρηση, στον τομέα της επικοινωνίας και προβολής αυτοκινήτων. Παρέμεινα εκεί για 8,5 χρόνια, μέχρι που αποφάσισα να αφοσιωθώ πλήρως στο θέατρο. Η μετάβαση δεν ήταν απότομη, καθώς ήδη είχα αρχίσει να χαράζω την πορεία μου στον χώρο.
Έχω παρακολουθήσει σεμινάρια υποκριτικής και σκηνοθεσίας στο Λονδίνο, όμως το καλύτερο σχολείο είναι η ίδια η πράξη: η πρόβα, η σκηνή, η αλληλεπίδραση με άλλους καλλιτέχνες. Όσον αφορά την προτίμησή μου ανάμεσα στην υποκριτική και τη σκηνοθεσία, η ζυγαριά γέρνει ελαφρώς προς τη σκηνοθεσία. Ωστόσο, αν κάποιος ρόλος με συγκινήσει ιδιαίτερα, προτιμώ να τον ερμηνεύσω και να αφήσω τη σκηνοθεσία σε κάποιον άλλον, όπως θα συμβεί τώρα με την παράσταση «Παίρνοντας Θέση».
Στην τηλεόραση έπαιξα στα «Χάλκινα Χρόνια». Ήταν μια εμπειρία που ήρθε σε ιδανική στιγμή για μένα, φέρνοντας έναν φρέσκο αέρα στη ζωή μου. Υποδύθηκα τον «κακό» της σειράς –έναν χαρακτήρα που το κοινό αγαπούσε να μισεί– ο οποίος, στον δεύτερο κύκλο, μεταμορφώθηκε σε θετικό πρόσωπο. Η αλλαγή αυτή μου χάρισε πολλή αγάπη από το κοινό και μεγαλύτερη αναγνωρισιμότητα.
Οι βασικές μου δυσκολίες στο θέατρο αφορούν την αβεβαιότητα των επιχορηγήσεων και τα χρονοδιαγράμματα. Η εξάρτηση από απαντήσεις χορηγών, θεάτρων και ηθοποιών καθιστά δύσκολο τον σωστό προγραμματισμό και δημιουργεί ανασφάλεια για το μέλλον των παραγωγών. Παρόλα αυτά, έχω υπέροχες αναμνήσεις από τις δουλειές μου.
Ένα αξέχαστο περιστατικό στη σκηνή συνέβη στη «Μύγα Τσε-Τσε» των Ρέπα-Παπαθανασίου. Η παράσταση ήταν τόσο αστεία, που πολλές φορές δυσκολευόμασταν να συγκρατήσουμε τα γέλια μας. Σε μια περίπτωση, το γέλιο έγινε ανεξέλεγκτο, κάτι που –αν και απολαυστικό για το κοινό– μας έφερε σε δύσκολη θέση. Το ίδιο συνέβη μια φορά και σε δραματική παράσταση, όπου προσπάθησα να συγκρατηθώ γυρίζοντας την πλάτη στους θεατές.
Αυτή την περίοδο, βρίσκομαι στην «Τελευταία Συνεδρία του Φρόιντ» στον πέμπτο όροφο της Πινακοθήκης, μαζί με τον Βαρνάβα Κυριαζή. Παίζουμε και σκηνοθετούμε ταυτόχρονα. Υποδύομαι τον C. S. Lewis και ο Βαρνάβας τον Σίγκμουντ Φρόιντ. Η παράσταση, που τοποθετείται χρονικά στην έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, παρουσιάζει μια συγκλονιστική συζήτηση μεταξύ ενός Χριστιανού απολογητή και ενός αθεϊστή διανοούμενου. Οι θεατές βιώνουν την εμπειρία σαν να βρίσκονται μέσα στο γραφείο του Φρόιντ, και η συγκίνησή τους στο τέλος της παράστασης μας συγκλονίζει.
Παράλληλα, ξεκινάμε πρόβες για την επόμενη μας παράσταση, «Παίρνοντας Θέση», που κάνει πρεμιέρα στις 14 Μαΐου στην Αγγλική Σχολή Λευκωσίας. Το έργο αφορά τις ανακρίσεις που προηγήθηκαν των δικών της Νυρεμβέργης. Θα υποδυθώ έναν Αμερικανό ανακριτή, ενώ ο Βαρνάβας θα ενσαρκώσει τον Βίλχελμ Φούρτβενγκλερ, τον διάσημο Γερμανό μαέστρο.
Από τις παραστάσεις μου ξεχωρίζω «Το Λιοντάρι τον Χειμώνα» και «Αικατερίνη Κορνάρο», ενώ μια από τις πιο σημαντικές θεατρικές εμπειρίες μου ήταν ο μονόλογος «Ιφιγένεια εν Όρεμ», τον οποίο παρουσίασα σε Αθήνα, Λονδίνο, Παρίσι και Δαμασκό.
Είμαι ευγνώμων για την πορεία μου στο θέατρο και για όλες τις παραστάσεις που έχω αγαπήσει. Κάθε έργο είναι για μένα σαν παιδί μου.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: Νίκος Μυλωνάς
Κεντρική Φωτό από την παράσταση Καρυωτάκης: Στην σκιά των (τελευταίων) ωρών