Loading...
Tου Απόστολου Κουρουπάκη
Οι σχέσεις –και δη οι οικογενειακές– και πώς αυτές χτίζονται ή γκρεμίζονται είναι από τα αγαπημένα μου θέματα στο θέατρο και πιστεύω πως είναι αρκετά δύσκολο αυτές να παρασταθούν, χωρίς να καταφύγει ο/η ηθοποιός σε λογής-λογής τεχνάσματα για να δείξει την ιδιότητα του ρόλου του και να την επιβάλει στον θεατή. Χρειάζεται, λοιπόν, προσοχή πώς ο σκηνοθέτης θα διδάξει τους ρόλους στους ηθοποιούς, διότι είναι σημαντικό πώς ο ίδιος θα αντικρίσει την οικογένεια και τον κοινωνικά αποδεκτό θεσμό της. Με το παραπάνω σκεπτικό, λοιπόν, πήγα στην παράσταση «Μαμά» της Μάρτα Μπαρσελό που ανεβαίνει στο Θέατρο Δέντρο και που σκηνοθετεί ο Γιώργος Μουαΐμης με ηθοποιούς την Αννίτα Σαντοριναίου και την Κατερίνα Λούρα. Η τεχνητή σχέση που πάει να δημιουργηθεί, όταν μία άτεκνη γυναίκα βάζει αγγελία στις εφημερίδες ότι μπορεί να προσφέρει έναντι αμοιβής μητρική φροντίδα σε μια «θετή με όρους συμβολαίου» κόρη, είναι σε όλη την παράσταση ένα ερωτηματικό που αναζητεί από τον/την θεατή/τρια απάντηση, αλλά ταυτόχρονα αναδεικνύει πώς η αγάπη μπορεί να χτιστεί ή να αναδυθεί ακόμα και σε φυσικές σχέσεις κόρης-μητέρας, παιδιού-μητέρας. Τα ονόματα των δύο ηρωίδων είναι σημαντικά, η Αμπάρ, που σημαίνει «καταφύγιο» και η Εσπεράνσα που σημαίνει «ελπίδα» έρχονται να μας δείξουν πως η «αγάπη» μπορεί κάποτε να είναι ένα δούναι και λαβείν, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να γεννηθεί και αγάπη αδόλευτη από την αρχή.
Και αυτή την παράξενη σχέση Εσπεράνσας και Αμπάρ η παράσταση «Μαμά» τα έφερε μπροστά μου, χωρίς κανένα δάκτυλο να μου δείχνει το πώς επιτυγχάνεται αυτό.
Αυτό, λοιπόν, που παρακολούθησα ικανοποίησε πλήρως τα ζητούμενά μου, χωρίς να σκεφτώ ούτε στιγμή ότι οι δύο ηθοποιοί δεν είναι ψυχή τε και σώματι στο λιτό, αλλά λειτουργικό σκηνικό του Σάββα Μυλωνά, ούτε λεπτό δεν σκέφτηκα ότι η μουσικός Κυριακή Ιακωβίδου δεν είχε θέση στην παράσταση. Οι φωτισμοί του Χρίστου Γωγάκη έδιναν το απαραίτητο φως στην κάθε σκηνή, προσεκτικά φωτισμένα πρόσωπα ή καταστάσεις.
Η Αννίτα Σαντοριναίου υποδύθηκε τον ρόλο της Εσπεράνσα μετρημένα, με εκείνη την απλότητα που θαυμάζω στους ηθοποιούς, που γνωρίζουν πώς να κάνουν δικούς τους κάποιους ρόλους, και δεν χρειάζεται να καταφεύγουν σε υποκριτικά τερτίπια ή να αντιγράψουν άκριτα συμπεριφορές που δεν έχουν κατακτήσει προηγουμένως σε ψυχικό επίπεδο. Το ίδιο και η Κατερίνα Λούρα, η οποία με εξέπληξε ευχάριστα, υποδυόμενη την Αμπάρ με το φυσικό και άμεσο παίξιμό της, χωρίς υπερβολές. Η Κατερίνα Λούρα ως Αμπάρ κινήθηκε σε απόλυτη σύμπλευση με την Εσπεράνσα, χωρίς να πρέπει να κατεβάζεις το βλέμμα σου σε υποκριτικά επίπεδα, κατάφερναν οι ερμηνείες να στέκονται ισότιμα μπροστά σου. Η Αμπάρ ήταν η κόρη που ήθελε πάντοτε η Εσπεράνσα, αλλά η ζωή που επέλεξε, κάτι που τονίζεται μέσα από το κείμενο με γλυκόπικρο τρόπο, δεν της την έδωσε ποτέ, άρα έπρεπε να την προσλάβει με παράδοξο τρόπο. Μα και η Εσπεράνσα ήταν η οικογένεια που δεν είχε ποτέ η Αμπάρ, όπως πάλι λίγο άτσαλα ίσως δίνει το κείμενο, και έτσι έπρεπε να βρεθεί μια ευκαιρία για να την αποκτήσει, ως ένα ακόμα επιχειρηματικό επίτευγμα, σαν να είναι διαφήμιση τόνου και όχι μελιτζάνας...
Η παράσταση «Μαμά» ακουμπάει πολλά γλυκά πράγματα και ευαίσθητες χορδές –νιώθω– χωρίς να πέφτει σε ανάλατους συναισθηματισμούς, με το χιούμορ που υπάρχει σε αρκετές σκηνές να «διασκεδάζει» άβολες καταστάσεις. Και αυτό από μόνο του είναι επίτευγμα του σκηνοθέτη, να μη θέλει να συγκινήσει, αλλά να σε κάνει να σκεφτείς, αν τελικά σου αρέσουν οι μελιτζάνες ή όχι και σε ποιες δόσεις σου προκαλούν αποστροφή.
«Μαμά» της Μάρτα Μπαρσελό, σε σκηνοθεσία Γιώργου Μουαΐμη, με τις Αννίτα Σαντοριναίου και Κατερίνα Λούρα, Θέατρο Δέντρο.
Δείτε λεπτομέρειες για την επόμενη παράσταση ΕΔΩ