Loading...
Μιλήσαμε με έξι οινοποιούς, από έξι διαφορετικές περιοχές του νησιού, θέλοντας να μάθουμε τι κρασί θα μας δώσει η σοδειά του 2024, δεδομένου ότι η φετινή χρονιά ήταν η πιο πρώιμη που ζήσαμε σε επίπεδο τρύγου.
Πόσο πιο νωρίς έγινε φέτος η συγκομιδή των σταφυλιών, λόγω του ζεστού χειμώνα, της έλλειψης βροχών και συνεπώς της ξηρασίας; Εκτός από πρώιμος, ήταν και πιο σύντομος ο φετινός τρύγος, εννοώντας πως ήταν πιο λίγα σε ποσότητα τα σταφύλια; Η μικρότερη παραγωγή σταφυλιών και συνεπώς η μικρότερη παραγωγή κρασιού είναι κάτι που θα επηρεάσει τελικά και την τιμή πώλησης; Ποιες από τις ποικιλίες είναι πιο ανθεκτικές στη ξηρασία και γενικότερα στην κλιματική αλλαγή των τελευταίων χρόνων; Θα μπορούσε η σοδειά του 2024 να δώσει εν τέλει ένα σπάνιο vintage, νοουμένου ότι τα σταφύλια, λόγω απουσίας ασθενειών και μεγάλης αντοχής στις ψηλές ζέστες της χρονιά, είναι -θεωρητικά- πιο ποιοτικά;
Αυτά είναι κάποια από τα ερωτήματα που θέσαμε στους έξι οινοποιούς με τους οποίους μιλήσαμε, από έξι διαφορετικές περιοχές στην Κύπρο, σε διάφορα υψόμετρα: Κρασοχώρια Λεμεσού, Πιτσιλιά, Βουνί Παναγιάς - Αμπελίτης, Λαόνα - Ακάμας, Λευκωσία και Λάρνακα, καλύπτοντας έτσι τόσο κατοχυρωμένες Προστατευόμενες Ονομασίες Προέλευσης Οίνων (ΠΟΠ) όσο και Προστατευόμενες Γεωγραφικές Ενδείξεις Οίνων (ΠΓΕ).
Η περσινή ήταν η πιο όψιμη χρονιά μέχρι σήμερα, η πιο αργή δηλαδή στον τρύγο, σε αντίθεση με τη φετινή χρονιά που είναι η πιο πρώιμη που ζήσαμε.
Ένα γενικό συμπέρασμα είναι πως ο τρύγος σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις ξεκίνησε πιο νωρίς φέτος. Σε κάποιες περιοχές, μάλιστα, η συγκομιδή έγινε από τον Ιούλιο. Η Αφροδίτη Κωνσταντή, οινολόγος του Οινοποιείου Βασιλικόν, στον Κάθηκα, αναφέρει πως «η συγκομιδή για το Sauvignon Blanc έγινε τέλος Ιουλίου και για το Shiraz Αύγουστο, αφού οι ξένες ποικιλίες επηρεάζονται πιο έντονα», συμπληρώνοντας μάλιστα πως η παραγωγή σε κάποιες ποικιλίες ήταν φανερά μειωμένη, ειδικά στα ερυθρά και ειδικά στις ξένες.
Η πρωιμότητα στην περίπτωση των δικών τους αμπελώνων ήταν σε γενικές γραμμές στις 20 μέρες, όπως για παράδειγμα στο γηγενές Ξυνιστέρι. «Πρωιμότητα 20 ημερών σημαίνει πολλά πράγματα. Αυτό που μας απασχολεί όλους είναι κατά πόσο ωριμάζει ομοιόμορφα το σταφύλι και όχι μόνο τα σάκχαρα (πομέ). Πρέπει η ωρίμανση να είναι ομαλή, να ωριμάζουν δηλαδή όλες οι καμπύλες. Κι όταν λέω καμπύλες, εκτός από τα σάκχαρα που κυρίως μετρούμε τώρα, είναι επίσης και άλλα στοιχεία όπως τα αρώματα, η οξύτητα, τα φενολικά στοιχεία κ.λπ. Και είναι εδώ που λέμε πάντα πως ίσως χρειάζεται να γίνονται κάποιες έρευνες από πανεπιστήμια και άλλους οργανισμούς», συμπληρώνει.
Παρόμοια ήταν και η κατάσταση στα Κρασοχώρια, σύμφωνα με τα όσα μας αναφέρει ο ιδιοκτήτης και οινολόγος-οινοποιός του Οινοποιείου Βλασίδη στο Κοιλάνι, Σοφοκλής Βλασίδης, συγκρίνοντας μάλιστα την περσινή με τη φετινή χρονιά. «Η περσινή ήταν η πιο όψιμη χρονιά μέχρι σήμερα, η πιο αργή δηλαδή στον τρύγο, σε αντίθεση με τη φετινή χρονιά που είναι η πιο πρώιμη που ζήσαμε». Μεταξύ τους έχουν σχεδόν έναν μήνα διαφορά, γύρω στις 25 μέρες, κάτι που σημαίνει πως «φέτος είμαστε 10-12 μέρες διαφορά, σε σχέση μια συνηθισμένη χρονιά».
Και παρόλο που, όπως μας αναφέρει, ο Σεπτέμβρης ήταν πολύ ήπιος και δροσερός, καθυστερώντας λίγο τις ποικιλίες που παραδοσιακά αργούσαν να ωριμάσουν, εντούτοις στο σύνολό της η παραγωγή είναι κατά μέσο όρο 35% κάτω. Σε ερώτησή μας αν η μειωμένη φετινή συγκομιδή θα έχει αντίκτυπο στην τιμή του τελικού προϊόντος, ο Σοφοκλής Βλασίδης απαντά αρνητικά, επισημαίνοντας πως τη χασούρα της χρονιάς σε σχέση με τη μειωμένη παραγωγή την επωμίζεται ο παραγωγός, προσθέτοντας μάλιστα πως σε χρονιές που είναι μεγάλη η παραγωγή αντίστοιχα δεν μειώνεται αυτομάτως και η τιμή. «Αύξηση στην τιμή μπορεί να γίνει μόνο σε περιοχές όπως το Μπορντό και η Βουργουνδία, εκεί δηλαδή που τα κρασιά είναι πιο σπάνια».
Συζητώντας τέλος για την ανθεκτικότητα των κυπριακών ποικιλιών, ο πολύπειρος οινολόγος μάς υπενθυμίζει πως «οι κυπριακές ποικιλίες είναι αυτές που έχουν καλύτερη αντιμετώπιση στην κλιματική αλλαγή, στην ξηρασία και στις ψηλές ζέστες». Καθιστώντας σαφές πως «αν θέλουμε να δούμε σε ορίζοντα 10-15 χρόνων, θα πρέπει να δουλέψουμε προς αυτή την κατεύθυνση. Εμείς το κάνουμε αυτό χρόνια τώρα, επενδύοντας στις γηγενείς ποικιλίες».
Αυτό που ζήσαμε φέτος είναι και ένα καλό μάθημα ότι μπορούμε να στραφούμε αποκλειστικά στις κυπριακές ποικιλίες. Υπάρχουν εδώ χιλιάδες χρόνια, οπότε έχουν αναπτύξει μηχανισμούς και άρα μπορούν να αντέξουν στις ξηρασίες και στις δύσκολες καιρικές συνθήκες.
Με τον Ορέστη Τσιάκκα, οινολόγο στο Οινοποιείο Τσιάκκας, το οποίο βρίσκεται σε υψόμετρο 1000 μέτρων, στο Πελέντρι, στους πρόποδες του Τροόδους, εστιάζουμε στο γεγονός ότι η χρονιά φέτος δεν είχε καθόλου ασθένειες και συνεπώς τα σταφύλια είναι πολύ πιο ποιοτικά παρά τη μειωμένη παραγωγή και άρα θα μπορούσαμε υπό προϋποθέσεις να έχουμε ένα καλό vintage από τη σοδειά του 2024. «Η φετινή χρονιά είναι πολύ καλύτερη από την περσινή, η οποία ήταν η χειρότερη σε θέμα ποιότητας των σταφυλιών», συμπληρώνει. «Πέρσι, την πρώτη εβδομάδα του Ιούλη είχαμε παρατεταμένους καύσωνες, και ως εκ τούτου δεν έγινε σωστά η φωτοσύνθεση των σταφυλιών».
Ο Ορέστης Τσιάκκας παρατηρεί επίσης, συγκρίνοντάς τες, πως οι ντόπιες ποικιλίες είναι πιο ανθεκτικές από τις ξένες, αναφέροντας ενδεικτικά πως στη δική τους περίπτωση το Sauvignon Blanc είχε πρωιμότητα έναν μήνα, την ίδια στιγμή που η γηγενής ποικιλία Γιαννούδι είχε μόνο μια βδομάδα.
Σε μεγάλο υψόμετρο ωριμάζουν και τα σταφύλια του Κτήματος Δαφέρμου, με τον οινολόγο Σάββα Φακουκάκη να μας εξηγεί πως τα αμπέλια βρίσκονται είτε στα Λεύκαρα, είτε στη Βαβατσινιά, είτε στους Αγίους Βαβατσινιάς. Παρόλα αυτά, το υψόμετρο των 1200 μέτρων σε κάποιες περιπτώσεις, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι ποτίζονται όλα τους τα αμπέλια και άρα ωριμάζουν σε συνθήκες υγρασίας και όχι ξηρασίας, είχε ως αποτέλεσμα να μην έχουν σχεδόν καθόλου απώλειες στη φετινή χρονιά.
«Για τις ξένες ποικιλίες, όπως το Sauvignon Blanc και τα Malvasia, Shiraz και Malbec, ο τρύγος έγινε 5 το πολύ 10 μέρες πριν, ενώ Γιαννούδι και Ξυνιστέρι θα τρυγήσουμε κανονικά τέλος Οκτωβρίου» σημειώνει, αποδεικνύοντας βασικά πως το νερό σε συνδυασμό με το τερουάρ σε ένα μεγάλο υψόμετρο είναι δύο από τους παράγοντες που καθορίζουν την ομαλή ωρίμανση των σταφυλιών.
Η παραγωγή ήταν γύρω στο 50% κάτω, αλλά σε κάποιες συγκεκριμένες περιοχές ήταν ακόμα πιο μειωμένη, μέχρι και 70% κάτω. Αν συνεχίσει έτσι ο καιρός, προβλέπω ότι σε 3-4 χρόνια δεν θα υπάρχουν αμπέλια. Ελπίζουμε να μας κάνει βροχές.
Ο Κυριάκος Παπανδρέου, οινολόγος στο Οινοποιείο Άη Αμπέλης, στο Καλό Χωριό Ορεινής, μας εξήγησε τι εστί τεχνολογική ωρίμανση των σταφυλιών και πώς αυτή επηρεάζεται από την πρωιμότητα. «Η άποψή μου είναι πως λόγω της ταχείας ωρίμανσης χάνουμε κάποια άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά του σταφυλιού -την τεχνολογική ωρίμανση που λέμε. Χάνεις αρώματα, δεν ωριμάζουν σωστά οι τανίνες των σταφυλιών κ.λπ. Ναι μεν φέτος πιάσαμε το πομέ (σάκχαρα) που θέλαμε, παρόλα αυτά η ωρίμανση ήταν γρήγορη και απότομη. Και αυτό, φέτος, ισχύει για όλες τις ποικιλίες. Ξυνιστέρι, για παράδειγμα, εκεί που τρυγούσαμε μέσα Σεπτεμβρίου και Οκτώβρη, φέτος τρυγήσαμε τέλος Αυγούστου. Πρωτοφανές για την ποικιλία, να μαζεύουμε 20-30 μέρες πριν. Ναι μεν γλυτώσαμε από κάποιες ασθένειες, αλλά από την άλλη η απότομη ωρίμανση μειονεκτεί, όπως προανέφερα, σε κάποια τεχνολογικά χαρακτηριστικά».
Οι μόνοι αμπελώνες που δεν επηρεάστηκαν από τη ξηρασία ήταν οι δικοί τους, ιδιόκτητοι, στη Λευκωσία, λόγω του ότι είναι αρδεύσιμοι και άρα εκεί είναι ελεγχόμενη η ωρίμανση. Για τα περισσότερα όμως σταφύλια που χρησιμοποιούν για την παραγωγή των κρασιών τους ισχύουν όλα τα πιο πάνω, αφού ως οινοποιείο προμηθεύονται σταφύλια κυρίως από Πάφο και Λεμεσό.
Σε ότι αφορά στην ποσότητα των σταφυλιών, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Κυριάκος Παναδρέου, «η παραγωγή ήταν γύρω στο 50% κάτω, αλλά σε κάποιες συγκεκριμένες περιοχές ήταν ακόμα πιο μειωμένη, όπως πχ στο Όμοδος που ήταν μέχρι και 70% μειωμένη. Αν συνεχίσει έτσι ο καιρός, προβλέπω ότι σε 3-4 χρόνια δεν θα υπάρχουν αμπέλια. Ελπίζουμε να μας κάνει νερά».
Σε ερώτησή μας τέλος για το κρασί που θα μας δώσει η σοδειά του 2024, ξεκαθάρισε πως η απάντηση για την ερώτηση αυτή δεν είναι απλή, αφού «πέραν από την ποιότητα των σταφυλιών, το τελικό προϊόν εξαρτάται πάντα και από την τεχνογνωσία του κάθε οινοποιείου».
Ο Μιχάλης Κωνσταντινίδης, ιδιοκτήτης και οινοποιός στο Ezousa Winery, στην Καναβιού, το οποίο κατά κύριο λόγο ασχολείται με τη βιολογική καλλιέργεια, ενίσχυσε την άποψη για τη φετινή πρωιμότητα. «Η συγκομιδή στις ξένες ποικιλίες έγινε 20 μέρες πριν, ενώ στις κυπριακές ποικιλίες γύρω στις 10 μέρες πριν».
Και παρά την πολύ πιο μικρή παραγωγή, με τη μείωση να είναι της τάξης του 30% -τόσο στους δικούς τους αμπελώνες όσο και σε άλλους στο χωριό-, εντούτοις η ποιότητα είναι πολύ καλή. Ειδικά για εμάς που τα πλείστα σταφύλια μας είναι βιολογικά, οι ψηλές θερμοκρασίες και η έλλειψη υγρασίας σημαίνει και έλλειψη ασθενειών, κάτι που συνεπάγεται πως μπορείς να παράγεις σταφύλι χωρίς ιδιαίτερες παρεμβάσεις (ψεκάσματα κ.λπ). Πολύ ευεργετική συνθήκη για βιολογικούς αμπελώνες».
Στο Οινοποιείο Ezousa μάλιστα, εκτός από τα οργανικά σταφύλια, αξίζει επιπλέον να σημειωθεί πως οποιαδήποτε νέα φύτευση γίνεται τα τελευταία χρόνια αφορά σε γηγενείς ποικιλίες. Αν εξαιρέσουμε το διεθνές Viognier, τα υπόλοιπα αμπέλια έχουν από Ξυνιστέρι και Μαραθεύτικο, μέχρι Γιαννούδι, Λευκάδα, Πρωμάρα και Σπούρτικο. «Αυτό που ζήσαμε φέτος είναι και ένα καλό μάθημα ότι μπορούμε να στραφούμε αποκλειστικά στις κυπριακές ποικιλίες. Υπάρχουν εδώ χιλιάδες χρόνια, οπότε έχουν αναπτύξει μηχανισμούς και άρα μπορούν να αντέξουν στις ξηρασίες και στις δύσκολες καιρικές συνθήκες».
Σε σχέση τέλος με μια ενδεχόμενη αύξηση στην τιμή του κρασιού, ο Μιχάλης Κωνσταντινίδης ξεκαθαρίζει πως «η τιμή κάποιων σταφυλιών μπορεί να ανέβει, αλλά όχι η τιμή του κρασιού. Ο λόγος που η τιμή ορισμένων κρασιών πήγε πάνω τα τελευταία χρόνια είναι λόγω της αύξηση των τιμών στις πρώτες ύλες (μπουκάλι, φελλοί κ.λπ) και όχι λόγω μειωμένης παραγωγής στα αμπέλια».