ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Στο αλεύρι αυτού του καφενείου στην Λευκωσία έκρυβαν τα όπλα τους οι αγωνιστές της ΕΟΚΑ

ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΔΕΡΜΑΤΑ

Είναι Πέμπτη πρωί, αν και είναι Νοέμβρης ο καιρός είναι ανοιξιάτικος. Κατεβαίνω περπατητή την Σόλωνος. Η αύρα, οι ήχοι και ο ρυθμός της Παλιάς Λευκωσίας με αναζωογονούν αυτή την ιδιαίτερη Πέμπτη που με βρίσκει εκτός γραφείου. Προσπερνάω τα μαγαζιά που μόλις ανοίγουν, τα καναρίνια στα κλουβιά τους που κελαηδάνε, τις κουβέντες των γειτόνων και  δυο τρία παχουλά όμορφα γατιά που συναντάω στην άκρη του δρόμου. Κρατάω στα χέρια μου τετράδιο και στυλό και φτάνω στην πλατεία φανερωμένης. Ο κύριος Ανδρέας Λεμονάρης κάθεται μαζί με έναν άλλο κύριο σε ένα τραπέζι και πίνουν ήρεμα τον καφέ τους. Με βλέπει και σηκώνεται χαμογελαστός να με υποδεχτεί. Είναι αρκετά πρωί και όσοι κυκλοφορούν στην πλατεία μετριόνται στα δάχτυλα των χεριών. Ο κύριος Αντρέας με ρωτάει τι θα πιώ και απαντάω αμέσως κυπριακό σκέτο. «Σίγουρα; Έχουμε και άλλους καφέδες» με ενημερώνει. «Τιμημένο κυπριακό» επιμένω στην αρχική μου παραγγελία. Άλλωστε ταιριάζει και με το παραδοσιακό καφενείο. Σε πολύ λίγο φτάνει στο τραπέζι μας ένας δίσκος με έναν μερακλήδικο αχνιστό κυπριακό, μια μίνι ολόφρεσκη ελιωτή και μια τυρόπιτα. Πίνω μια γουλιά καφέ και ξεκινάμε την κουβέντα.

Καθισμένοι στην άκρη της πλατείας, ταξιδεύουμε παρέα με τον κύριο Αντρέα στον χρόνο. Ήταν 1η Αυγούστου του 1952 όταν ο 21χρονος Σάββας Λεμονάρης από την Δρούσια της Πάφου άνοιξε αυτό το θρυλικό καφενείο, τα «Τρία Φανάρια», στην Πλατεία Φανερωμένης στην Παλιά Πόλη της Λευκωσίας. Το εντυπωσιακό είναι ότι νεαρός τότε Σάββας είχε ήδη 9 χρόνια εμπειρίας μιας και ερχόμενος από την Πάφο έπιασε δουλειά σε Τουρκοκυπριακά καφενεία μαθαίνοντας την τέχνη από νωρίς. Ανοίγοντας τα «Τρία φανάρια» κράτησε και την δουλειά του στο άλλο καφενείο συνδυάζοντας έτσι δυο δουλειές. Την μισή μέρα λοιπόν ο Σάββας ήταν αφεντικό και την άλλη μισή υπάλληλος. Έκανε την προετοιμασία στο καφενείο του, ετοίμαζε τα γλυκά του, έπειτα έδινε την σκυτάλη στην σύζυγό του και πήγαινε και δούλευε στο άλλο καφενείο που πλέον βρίσκεται στην Κατεχόμενη πλευρά.

Σήμερα, 71 χρόνια μετά, οι συνταγές του Σάββα Λεμονάρη συνεχίζουν να λατρεύονται αδιάκοπα και το ιστορικό καφενείο συνεχίζει με την ίδια επιτυχία και το ίδιο μεράκι μένοντας αναλλοίωτο στο πέρασμα του χρόνου. Τα ηνία έχει αναλάβει εδώ και αρκετά χρόνια ο γιός του Σάββα, ο κύριος Αντρέας, ο οποίος με ιδιαίτερη αγάπη και σεβασμό συνεχίζει το εγχείρημα του πατέρα του φτιάχνοντας, χωρίς καμία παρεμβολή, τις παραδοσιακές συνταγές του και προσθέτοντας στο μενού και κάποιες νέες δικές του, όπως καρυδόπιτα, πορτοκαλόπιτα και καζάν ντιπί.

Ο κύριος Αντρέας από τότε που θυμάται τον εαυτό του δουλεύει και βοηθάει σε αυτό το μαγαζί.

Τον ρωτάω πως αποφάσισε να το κρατήσει. Με κοιτάει, χαμογελάει και ξεκινάει να εξιστορεί…

«Η εισβολή έγινε μόλις απολύθηκα από τον στρατό, για να μπορέσεις τότε να φύγεις από την χώρα έπρεπε να πας να σπουδάσεις σε ανώτατες σχολές, εγώ δεν είχα εγγραφή σε Πανεπιστήμιο. Κατάφερα να βγάλω ναυτικό φυλλάδιο και να βρεθώ στην Θεσσαλονίκη. Δούλεψα 2 χρόνια σε ένα γνωστό ζαχαροπλαστείο της πόλης και παράλληλα εκπαιδεύτηκα. Έμαθα καλά την δουλειά και γύρισα πίσω και ανέλαβα το καφενείο του πατέρα μου.

Από το 2010 άρχισε κάπως να εξελίσσεται η Παλιά Λευκωσία και να έχει δουλειά. Εδώ, στο καφενείο, ερχόταν ο Κληρίδης, οι Αρχιεπίσκοποι και άλλα εξέχοντα πρόσωπα της κυπριακής κοινωνίας.

Τα γλυκά και τις τυρόπιτες τα φτιάχνω μόνος μου, είναι όλα χειροποίητα. Τα σιροπιαστά έχουν την μεγαλύτερη ζήτηση. Γαλακτομπούρεκο, Κοπεγχάγη και Καζάν ντιπί, είναι τα πιο δημοφιλή μας γλυκά.

Η πλατεία της Φανερωμένης κάποτε θεωρείτο το κέντρο της Κύπρου. Η εκκλησία πριν την εισβολή γέμιζε μέσα έξω. Εδώ ξεκινούσαν και όλες οι διαδηλώσεις διαμαρτυρίας τον καιρό της ΕΟΚΑ. Ο Παπα-Σταύρος όρκιζε σε αυτή την εκκλησία τους αγωνιστές για να ενταχθούν στην οργάνωση. Από το μαγαζί πέρασαν μεταξύ άλλων ο Αυγουστής Ευσταθίου και Χαράλαμπος Μπαταριάς. Οι αγωνιστές έρχονταν και έκρυβαν τα όπλα τους στο υπόγειο όπου βρίσκεται το εργαστήρι μας. Τα έκρυβαν μέσα στο αλεύρι και την ζάχαρη.

Μπορεί να έχουν περάσει τόσα χρόνια αλλά το μαγαζί παραμένει ίδιο. Μόνο τα έπιπλα έχουμε αλλάξει. Τα παιδιά μου έρχονται και με βοηθάνε τα Σαββατοκύριακα που έχουμε πολλή δουλειά. Ποτέ δεν σκέφτηκα να το αφήσω, αυτό το μαγαζί είναι ολόκληρη η ζωή μου.»

Το καφενείο «Τρία Φανάρια» κρατάει πεισματικά αναλλοίωτο το άρωμα του παρελθόντος και εμείς θα συνεχίζουμε να το τιμούμε όπως ακριβώς του αρμόζει, σαν ένα σημαντικό κομμάτι της κυπριακής παράδοσης και ιστορίας.

Info: Πλατεία 28ης Οκτωβρίου (Παρθεναγωγείο Φανερωμένης), παλιά Λευκωσία Τηλ. 22664706

Φωτό: Ντέμης Σιρανίδης