ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Το καφενείο του Κούλλη που επισκεπτόταν ο Ανεστόπουλος

ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΔΕΡΜΑΤΑ

Απογευματόβραδο Πέμπτης σχολάω, παίρνω το αυτοκίνητο κατεβαίνω στο κέντρο και παρκάρω στο πάρκινγκ της Πλατείας Ελευθερίας. Το ρολόι δείχνει 6 και 30 και έχει ήδη βραδιάσει. Έχω ραντεβού με τον Κούλλη. Ο Κούλλης τα τελευταία οκτώμιση χρόνια είναι ιδιοκτήτης του Καφενείου «Μέρες Αργίας». Με υποδέχεται θερμά, συστηνόμαστε με φόντο τον «Βασίλη ζούμε για να σε ακούμε» και με κερνάει χειροποίητη λεμονάδα και σπιτικά μπισκότα. Δίπλα ακριβώς βρίσκεται ο κύριος Παύλος, ο γείτονας, έχει το μαγαζί με τα σουβενίρ στην γωνία το οποίο λειτουργεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Είναι η ώρα που σχολάει. Μας βλέπει να συζητάμε, κλειδώνει το μαγαζί και έρχεται στην παρέα μας. Σαν ο πιο παλιός της γειτονιάς ξεκινάει να μοιράζεται μαζί μας τις πιο έντονες αναμνήσεις του. Μας ενημερώνει ότι το «Μέρες αργίας» ήταν παραδοσιακό καφενείο για πάνω από 30 χρόνια και ότι ο δρόμος και η γειτονιά έχουν μεγάλη ιστορία. Ότι πριν δέκα χρόνια υπήρχε ένα ξενοδοχείο που ήταν μπουρδέλο και η περιοχή ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνη, υπήρχαν ντόπιες φατρίες και κυκλοφορούσε υπόκοσμος. Μάλιστα είχαν γίνει και φόνοι. Με τον καιρό έκλεισε το ξενοδοχείο και γενικά η περιοχή «καθάρισε» και εξελίχθηκε. Αφού ο κύριος Παύλος μας περιέγραψε πως ήταν η καθημερινότητα του παλιά και μας μετέφερε την τότε ατμόσφαιρα που έμοιαζε με ταινία θρίλερ, μας καληνύχτισε ευγενικά και έφυγε για το σπίτι του.

Η βραδιά είναι γλυκιά, καθόμαστε έξω, εγώ ο Κούλλης και μια ύπουλη όμορφη γάτα. Την λέω ύπουλη γιατί ενώ ήρθε, στάθηκε στα δυο πόδια και εκλιπαρούσε για χάδια, μόλις άρχισα να την χαϊδεύω επιτέθηκε στο χέρι μου με δόλο. Όλα αυτά συμβαίνουν καθώς μέσα από το μαγαζί ακούγεται Μάλαμας, Διάφανα κρίνα, Θανάσης Παπακωνσταντίνου, Θάνος Μικρούτσικος και γενικά ότι λατρεύω από μουσική.

«Μου αρέσει η μουσική, ασχολούμαι προσωπικά με το playlist» μου λέει ο Κούλλης ο οποίος μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν καθηγητής τέχνης και ξεκινάει να μου περιγράφει το πώς άρχισε η ιστορία του στο μαγαζί.

Ήρθα πριν δέκα χρόνια σαν υπάλληλος, το μαγαζί και η γειτονιά ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά γι’ αυτό όταν οι τότε ιδιοκτήτες αποφάσισαν να το κλείσουν είπα ότι θα το κρατήσω εγώ. Μ’ αρέσει γιατί έχω δημιουργήσει έναν χώρο πολύ ζεστό και οι θαμώνες είναι πλέον καλοί μου φίλοι. Έρχονται γιατί ξέρουν ότι θα περάσουν καλά και ότι η ατμόσφαιρα είναι παρεΐστικη. Επίσης ο κόσμος ξέρει τι μουσικές παίζουμε κάθε βράδυ και έρχονται επί τούτου. Τις Τρίτες παίζουμε μπλουζ-ροκ, Τετάρτες λαϊκά ρεμπέτικα, τις Πέμπτες έντεχνο ελληνικό ροκ και Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή κρητικά, ποντιακά και ρεμπέτικα. Κατά καιρούς κάνουμε Live βραδιές, τα παιδιά που τραγουδάνε είναι θαμώνες του μαγαζιού, το γνωρίζουν το αγαπάνε και δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό. Αυτό που μου αρέσει είναι ότι έρχονται παιδιά που πλέον έχουν ανέβει επαγγελματικά και με χαροποιεί ιδιαιτέρως το γεγονός ότι μου δείχνουν ευγνωμοσύνη που τους έδωσα το πρώτο βήμα να αναδειχθούν. Άλλωστε υπάρχει αλληλεγγύη, είμαι και εγώ καλλιτέχνης, ζωγράφος.

Ετοιμαζόμαστε να ανακαινίσουμε τον χώρο. Σκεφτόμαστε να κάνουμε μικρές εκθέσεις ζωγραφικής. Στηρίζω την τέχνη όσο μπορώ.

Κατά την επέλαση του Κορωνοϊού δέχθηκα μεγάλο πλήγμα. Έχω παράπονα από τον δήμο. Μας παραμέλησε. Πολλά μαγαζιά έκλεισαν. Όσοι αντέξαμε μετά την πανδημία ξεκινήσαμε από το μηδέν. Μας κράτησαν ζωντανούς οι θαμώνες. Εντούτοις είμαι αισιόδοξος, η περιοχή πλέον παίρνει δειλά-δειλά τα πάνω της.

Η δημιουργία της Πλατείας Ελευθερίας δεν μας έχει βοηθήσει ιδιαίτερα, επωφελούμαστε μόνο όταν έχει κάποια εκδήλωση. Έχω την αίσθηση ότι ο τρόπος που διοργανώνουν τις εκδηλώσεις είναι λάθος. Κάνουν φεστιβάλ και δεν μας ρωτάνε αν θέλουμε να συμμετέχουμε. Φέρνουν μαγαζιά από άλλες πόλεις.

Φέτος θα δημιουργηθεί Χριστουγεννιάτικο χωριό στην Λαϊκή γειτονιά. Σκεφτόμαστε να καταθέσουμε πρόταση στον δήμο να κλείσει και να γίνει κάτι σαν μουσείο, γίνεται και στο εξωτερικό κάτι αντίστοιχο. Ο δήμος γενικά αδιαφορεί εντελώς, όπως και για τα παράπονα μας σχετικά με την διέλευση μηχανών και σκούτερ από τον πεζόδρομο. Τελευταία μάλιστα γίνονται και μικροατυχήματα. Δεν κινητοποιούνται όμως οι υπεύθυνοι. Εμείς οι μαγαζάτορες αρχίσαμε να αντιδράμε.

Τους τελευταίους μήνες πειραματίζομαι με τα κοκτέιλ. Στηρίζουμε την παράδοση, σερβίρουμε σπιτική ζιβανία από τον Φαρμακά και από άλλα χωριά, ωστόσο κοιτάμε να είναι εγκεκριμένη. Επίσης σερβίρουμε τσίπουρο, κρασιά, μπίρες και γενικά παραδοσιακά εδέσματα. Από φαγητά βγάζουμε μικρές και μεγάλες πιατέλες με κρύα τσιμπήματα. Συνεργαζόμαστε με το Appret στην Λακατάμια και προσφέρουμε σπιτικά εδέσματα. Σάντουιτς, hot dog, πίτα με χαλούμι και τοστ.

Η ονομασία του Καφενείου «Μέρες Αργίας» βγαίνει από το ομώνυμο τραγούδι των Διάφανων Κρίνων. Ο Ανεστόπουλος γνωριζόταν προσωπικά με τους προηγούμενους ιδιοκτήτες. Τον είχα γνωρίσει κι εγώ, είχε έρθει εδώ.  Μιλήσαμε για τέχνη. Ζωγράφιζε κι αυτός. Ήταν λιγομίλητος.

Όραμα μου είναι να γίνει η γειτονιά μια καλλιτεχνική περιοχή και το «Μέρες Αργίας» καλλιτεχνικό στέκι.