Loading...
Η Έρση Σωτηροπούλου είναι μια φιγούρα η οποία εμφανιζόταν – αποσπασματικά– μέσα στη ζωή μου απ’ όταν ήμουν παιδί και έχει παίξει σίγουρα τον δικό της ρόλο στην διαμόρφωση της ύπαρξής μου. Ο ρόλος της μπορεί να μην ήταν πρωταγωνιστικός δεν πέρασε όμως ποτέ απαρατήρητος και πάντα είχε ένα τρόπο να αφήνει το αποτύπωμά του. Η γραφή της μοναδική, δυνατή, νευρώδης καθηλωτική και απέριττη όπως και η προσωπικότητά της. Μάτια έξυπνα, λόγος που διέπεται από χιούμορ και σαρκασμό. Τη θυμάμαι ντυμένη πάντα με μαύρα και όσες φορές τη συναντώ αισθάνομαι ότι εκείνη την ώρα που συζητάμε, συλλέγει, με την περιέργεια ενός παιδιού που μόλις γνώρισε τον κόσμο, πληροφορίες, εικόνες, λέξεις αισθήσεις και μέσα στο μυαλό της δαχτυλογραφεί ήδη ένα βιβλίο.
Πρόσφατα με μια ανάρτηση στον προσωπικό της λογαριασμό στο Facebook η Έρση Σωτηροπούλου αναφέρθηκε στις πιθανότητες να πάρει το φετινό βραβείο Νόμπελ. Παράλληλα μοιράστηκε φωτογραφίες από τα στατιστικά των γραφείων στοιχημάτων του εξωτερικού σε σχέση με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ουσιαστικά κοινοποίησε τις προβλέψεις και τις αποδόσεις για το ποια/ος συγγραφέας θα πάρει φέτος το πολυπόθητο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ανάμεσα στα ονόματα που περιλαμβάνονταν στους πίνακες ήταν και το δικό της. Αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις, η Έρση Σωτηροπούλου θα είναι η πρώτη πεζογράφος και η πρώτη γυναίκα που τιμάται από την Ελλάδα. Έως σήμερα Νόμπελ Λογοτεχνίας έχουν λάβει οι ποιητές Γιώργος Σεφέρης το 1963 και ο Οδυσσέας Ελύτης το 1979.
–Τι απασχολεί σήμερα μια συγγραφέα στον σύγχρονο κόσμο;
–Αυτά που απασχολούν όλο τον κόσμο. Σωλήνες που στάζουν, απλήρωτοι λογαριασμοί. Τα ψέματα που λέμε στον εαυτό μας, συχνά εν γνώσει μας, αλλά μέσα σε χρόνο μηδέν μπορούν να μεταμορφωθούν σε αλήθειες που πιστεύουμε ακράδαντα. Η γλυκιά έλξη της απώλειας και ο τρόμος μπροστά στην ερωτική επιθυμία. Κι εκείνο το μικρό ζωάκι της συνείδησης που καμιά φορά ξυπνάει και οδηγεί στην απόγνωση.
Οι ήρωες των βιβλίων μου είναι συχνά άνθρωποι συνηθισμένοι. Φιγούρες που περνάνε στον δρόμο μπροστά μας σαν διάττοντες αστέρες και χάνονται στο ανώνυμο πλήθος. Γράφοντας γι’ αυτούς ανακαλύπτω ότι ο καθένας τους είναι συνηθισμένος με τον δικό του τρόπο, δηλαδή είναι ασυνήθιστος, μοναδικός. Δεν υπάρχει μονοδιάστατος ήρωας. Για μένα αυτό είναι το μεγαλείο της ανθρώπινης ύπαρξης.
–Πριν από δύο δεκαετίες περίπου, είχε γίνει μεγάλη συζήτηση, μεταξύ άλλων και σε δικαστικές αίθουσες για απόσυρση του βιβλίου σου «Ζιγκ ζαγκ στις νερατζιές» από τις σχολικές βιβλιοθήκες καθώς κάποιοι το χαρακτήρισαν ακόμα και «πορνογραφικό». Ένα βιβλίο που τιμήθηκε με κρατικό βραβείο. Θεωρείτε ότι η ίδια υπόθεση σήμερα, την εποχή των ΜΚΔ, θα είχε την ίδια έκβαση;
–Σήμερα η λογοκρισία ασκείται από την τηλεόραση και τα social media. Εκεί κυλάει πολύ δηλητήριο. Αλλά ακόμα πιο ύπουλη, επικίνδυνη και με επιπτώσεις καταστροφικές σε βάθος χρόνου, είναι η αυτολογοκρισία. Η τρομοκρατία του πολιτικά ορθού έχει αρχίσει να εξαπλώνεται σαν νέφος με ακρίδες. Ένα έργο τέχνης, ένα μυθιστόρημα είναι ένα αισθητικό σύνολο∙ η λογοκρισία έμμεση ή άμεση δεν το αντιμετωπίζει σαν τέτοιο, αλλά απομονώνει στοιχεία που πολύ εύκολα παραποιεί.
–Ανεξαρτήτως από το αν θα σας απονεμηθεί το Νόμπελ, είστε ήδη καταξιωμένη και πολυβραβευμένη συγγραφέας. Ποιο βιβλίο Έλληνα συγγραφέα διαβάσατε τις τελευταίες μέρες και σας έκανε εντύπωση;
–Διάβασα, για την ακρίβεια ξαναδιάβασα πριν δύο μέρες, το «Μια βοήθεια παρακαλώ» της Γλυκερίας Μπασδέκη. Ο κόσμος χωρισμένος στα δύο, στους ζητιάνους και στους έχοντες. Ο πλανήτης της ζητιανιάς που διαστέλλεται συνεχώς σαν μια μεγάλη αγκαλιά και σιγά σιγά μέσα του χωράμε όλοι. Απέναντί μας οι έχοντες. Μα πόσο έχοντες είναι; Σε ποιον δεν λείπει κάτι; Είναι μια φωνή που αντιστέκεται, τρυφερή και ανυπάκουη, η φωνή της Γλυκερίας Μπασδέκη.
–Στη λίστα των στοιχηματικών εταιρειών εμφανίζονται πολλά ονόματα μαζί με το δικό σας. Αν αποφασίζατε εσείς, σε ποιον θεωρείτε ότι θα πρέπει να απονεμηθεί το Νόμπελ;
–Στον Τόμας Πύντσον, ασυζητητί. Είναι σπουδαίος συγγραφέας.
–Το να είσαι υποψήφιος για Νόμπελ πιστεύω ότι αποτελεί ήδη από μόνο του μια μεγάλη διάκριση! Τι συναισθήματα σας φέρνει;
–Κοιτάξτε, μια διευκρίνηση. Δεν είμαι υποψήφια. Δεν υπάρχει επίσημη shortlist. Όλα αυτά είναι προγνωστικά που βασίζονται σε λίστες των πιθανών νικητών από λογοτεχνικά φόρουμ και σε εκτιμήσεις από πλατφόρμες στοιχημάτων. Το όνομά μου έχει ξαναβρεθεί στις λίστες των φαβορί για το Νόμπελ Λογοτεχνίας τα τελευταία χρόνια. Το ήξεραν λίγοι φίλοι μου κι εγώ. Φέτος ανέβηκε ψηλά στη λίστα, μπήκε στα πρώτα ονόματα κι αυτό έκανε τη διαφορά. Έτσι το θέμα πήρε δημοσιότητα. Όσο για τα δικά μου συναισθήματα… Δεν νομίζω ότι πρόκειται να πάρω το Νόμπελ, τουλάχιστον όχι αυτή τη χρονιά και με τις σημερινές συγκυρίες. Το γεγονός όμως ότι κάποιοι επιμένουν σ’ εμένα, πιστεύουν ότι μπορεί να τα καταφέρω, ότι τα βιβλία μου μπορεί να τα καταφέρουν, και συνεχίζουν να ποντάρουν με αποτέλεσμα να βρεθώ ψηλά στη λίστα, ήταν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη.
Βιογραφικό
Η Έρση Σωτηροπούλου γεννήθηκε στην Πάτρα το 1952. Σπούδασε φιλοσοφία και πολιτιστική ανθρωπολογία στη Φλωρεντία. Η πρώτη της εμφάνιση στα γράμματα έγινε με την ποιητική συλλογή «Μήλο + Θάνατος +... +...» (1980).
Το βιβλίο της «Ζιγκ-ζαγκ στις νεραντζιές» βραβεύτηκε το 2000 με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος και με το Βραβείο Μυθιστορήματος του περιοδικού Διαβάζω. Επίσης, το 2011 το μυθιστόρημά της Εύα τιμήθηκε με το βραβείο του Ιδρύματος Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών, ενώ η συλλογή διηγημάτων της «Να νιώθεις μπλε, να ντύνεσαι κόκκινα» απέσπασε το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος το 2012.
Το μυθιστόρημά της «Τι μένει από τη νύχτα» (γαλλικός τίτλος Ce qui reste de la nuit) ακολουθεί τον νεαρό Κωνσταντίνο Καβάφη στο Παρίσι του 1897 και παρουσιάζει τα εμπόδια που συναντά ο ποιητής στην πορεία προς την προσωπική και ποιητική του ωρίμανση, απέσπασε στη Γαλλία το Βραβείο Μεσόγειος (Prix Mediterranee Etranger 2017) και στις ΗΠΑ το Εθνικό βραβείο ALTA 2019 (μετάφραση Karen Emmerich). Η Έρση Σωτηροπούλου έχει τιμηθεί και µε το βραβείο ποίησης Dante Alighieri στην Ιταλία. Έργα της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά, ισπανικά, σουηδικά, φινλανδικά, τουρκικά, αραβικά και ιταλικά.