Loading...
Η Μαρίνα Βρόντη είναι μια ταλαντούχα ηθοποιός και σκηνοθέτιδα που έχει αφήσει το δικό της αποτύπωμα στις κυπριακές θεατρικές σκηνές. Πνεύμα οξυδερκές και ελεύθερο, έχει αποδείξει επανειλημμένα ότι μπορεί να ταυτιστεί εξίσου με την κωμωδία όσο και με το δράμα. Μπορεί να είναι καλή ηθοποιός, αλλά και εξαιρετική σκηνοθέτιδα. Επαναστατεί, ξέρει να είναι δίκαιη και να λέει ευχαριστώ σε όσους την στήριξαν, όμως γνωρίζει ότι το μεγαλύτερο ευχαριστώ το οφείλει στον εαυτό της, γιατί έχει δουλέψει σκληρά και έχει δώσει πολλή αγάπη στο θέατρο.
Μόλις έχει τελειώσει τη ραδιοφωνική της εκπομπή, μπαίνει στο cafe και χαίρομαι που τη γνωρίζω από κοντά. Παίρνω ένα τσάι και αυτή μια κόκα κόλα zero. Την παροτρύνω να πάμε πολλά χρόνια πίσω στη ζωή της και να ξεκινήσει από τα χρόνια τα παλιά.
Γεννήθηκα στη Λεμεσό και μεγάλωσα στο κέντρο της πόλης. Η οικογένειά μου άλλαζε συνεχώς σπίτια όταν ήμουν μικρή, ενώ περάσαμε και έναν χρόνο στη Λευκωσία όταν ήμουν ενός έτους, καθώς ο πατέρας μου δούλευε στο Θέατρο. Ο μπαμπάς μου ήταν ηθοποιός, τελείωσε το Ωδείο Αθηνών και κατάγεται από την Κυπερούντα, ένα πανέμορφο χωριό κοντά στο Τρόοδος.
Όταν ήμουν παιδί περνούσα τα καλοκαίρια μου στην Κυπερούντα. Τρεις μήνες τον χρόνο ήμουν στο χωριό. Ήταν τα πιο όμορφα χρόνια, με τις πιο ζωντανές αναμνήσεις. Ο παππούς μου, ο Γιάννης, έμενε σε ένα ανώι. Δίπλα ήταν το γαϊδουράκι και από κάτω ήταν η αποθήκη που βάζανε τα μήλα. Απέναντι υπήρχε άλλο ένα ανώι-κατώι, πολύ μικρά σε μέγεθος. Η μάνα μου πήρε το κατώι, έβαλε δυο κρεβάτια, το διακόσμησε όμορφα και κοιμόμασταν όλοι μαζί, παρέα με τα μήλα. Είχε μάλιστα και μια μικρή πορτοκαλί τηλεόραση, από αυτές τις παλιές τις ασπρόμαυρες. Τα καλοκαίρια χαζεύαμε τηλεόραση με την πόρτα πάντα ανοιχτή και απέναντι φαινόταν το σπίτι του παππού. Ζούσαμε σε αυτό το σπιτάκι και είχαμε για αυλή ολόκληρο το χωριό. Αισθάνομαι πολύ τυχερή που έζησα αυτές τις στιγμές και λυπάμαι που πλέον δεν έχουμε σπίτι εκεί για να πηγαίνω κι εγώ το παιδί μου.
Η Λεμεσός όταν ήμουν παιδί ήταν εντελώς διαφορετική. Εγώ μεγάλωσα σε γειτονιά, στην Οδό Αμμοχώστου. Όλοι μου οι παιδικοί φίλοι είναι εκεί. Ο σύντροφός μου, ο πατέρας του παιδιού μου, ήταν παιδικός μου φίλος. Μόλις τελείωνε το σχολείο βγαίναμε στους δρόμους και στις αυλές και παίζαμε ασταμάτητα. Έχω πολύ ωραίες παιδικές αναμνήσεις.
Η εφηβεία μου ήταν δύσκολη. Είχα πολλές ανησυχίες και άρχισα να γράφω. Οι γονείς μου με στήριζαν και μου χάρισαν μια γραφομηχανή. Το γράψιμο με έκανε να νιώθω πιο κοντά στη δημιουργία, και κάπου εκεί ήρθε και η ποίηση να με παρασύρει. Μπήκα στον κόσμο των καταραμένων ποιητών και των pop idols, κάνοντας την επανάστασή μου. Έπαιξα με τη "μαυρίλα" μου και αυτό με έκανε να ανακαλύψω τις πιο αληθινές μου πλευρές.
Εκτός από το θέατρο δεν ήθελα τίποτα άλλο να κάνω στη ζωή μου. Μόνο αυτό με γοήτευε. Πήγαινα και έβλεπα τον πατέρα μου στις επιθεωρήσεις και στις πρόβες. Ήταν μια εποχή του θεάτρου που, τουλάχιστον στις επιθεωρήσεις, υπήρχαν ουρές έξω από το θέατρο. Ο κόσμος έδειχνε την αγάπη του πολύ έντονα. Όλη αυτή η λατρεία του κοινού, τα γέλια, ο θαυμασμός με επηρέασαν. Κάποια στιγμή με πήγε ο πατέρας μου να δω θέατρο ρεπερτορίου. Συγκεκριμένα είδαμε το έργο Ρωμαίος και Ιουλιέτα σε σκηνοθεσία Νίκου Χαραλάμπους, που πρωταγωνιστούσαν ο Γιώργος Τσάκας και η Χριστίνα Παυλίδου. Έτσι κάπως έμαθα ότι υπάρχει και αυτό το θέατρο. Θαμπώθηκα. Εκεί που ήξερα μόνο την επιθεώρηση, κάτι νέο ανοίχτηκε μπροστά μου. Τα αγάπησα και τα δυο είδη εξίσου δυνατά. Γι' αυτό και πολλοί λένε ότι είμαι λίγο σχιζοφρενής ως ηθοποιός- καλλιτέχνης. Γιατί το ένα μου πόδι είναι μέσα στο ρεπερτόριο και το άλλο είναι μέσα στην επιθεώρηση. Σέβομαι το κοινό και στις δύο περιπτώσεις. Εντούτοις το ρεπερτόριο δεν μου συγχωρεί που είμαι ηθοποιός επιθεώρησης και η επιθεώρηση πολλές φορές σνομπάρει που είμαι, ηθοποιός ρεπερτορίου.
Η κωμωδία για μένα είναι πρόκληση, είναι πιο δύσκολη από το δράμα. Όταν βρίσκεσαι μπροστά σε κοινό που δεν γελάει με τα αστεία σου, το θέατρο μπορεί να γίνει εξαιρετικά σκληρό. Επειδή το κοινό είναι αμείλικτο, η ειλικρίνεια είναι το κλειδί για να το κερδίσεις. Δεν μπορείς να προσποιηθείς τίποτα, πρέπει να είσαι ο εαυτός σου.
Έδωσα εξετάσεις για το Εθνικό από εδώ, όμως ήταν δύσκολο. Δεν πέρασα ούτε από Κύπρο αλλά ούτε και όταν πήγα στην Ελλάδα. Εντούτοις πέρασα στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Οικονομολόγος. Έδωσα κι εκεί μετά από παρότρυνση του πατέρα μου. Ξεκίνησα τη σχολή, όμως ένιωθα ότι κάτι μου έλειπε, ότι κάτι ήταν νεκρό μέσα μου. Προετοιμάστηκα μόνη μου και πήγα και έδωσα εξετάσεις στο Υπουργείο Πολιτισμού με τα πιο κλασσικά κομμάτια και... πέρασα. Ύστερα γράφτηκα στην Σχολή Θεοδοσιάδη. Έτσι ξεκίνησα εκεί τρία πολύ ωραία χρόνια φοίτησης. Ήμουν χαρούμενη, έκανα αυτό που πραγματικά αγαπούσα. Ήμουν τόσο πορωμένη και εκστασιασμένη που οι συμφοιτητές με λέγανε σπασικλάκι. Για πολύ καιρό εντωμεταξύ έπαιζα την ενζενί. Που δεν είμαι ενζενί. Στο τρίτο έτος ήρθε ο Νίκος ο Καραγεώργος να διδάξει στη σχολή και με παρότρυνε να παίξω κωμωδία. Ανακάλυψα κάπως έτσι ότι είμαι και κωμική ηθοποιός. Μετά τα τρια πρώτα χρόνια πήγαμε για δύο χρόνια στο στούντιο που είχε ο Νίκος ο Καραγέωργος, το «Υπό το μηδέν», όπου εκεί κάναμε play back theater. Δηλαδή ερχόταν το κοινό και παίζαμε τις ιστορίες του, αυτοσχεδιαστικά. Αυτό με ξεκλείδωσε απόλυτα και μου έδωσε πολύ αυτοπεποίθηση και γενικά πολλά όπλα. Ουσιαστικά τρία χρόνια έκανα δράμα και άλλα τρία κωμωδία βασισμένη στον αυτοσχεδιασμό. Μετά από αυτό δεν φοβόμουν πια τη σκηνή, ούτε το κοινό ούτε κανέναν.
Όταν είμαι σκηνοθέτης θεωρώ ότι είμαι σε μία θέση εξουσίας όπως και να ακούγεται. Υπάρχει ιεραρχία. Το πρώτο που σκέφτομαι είναι να προστατεύσω τους ηθοποιούς μου από τα πάντα. Εάν κάποιος ηθοποιός μου βάλλεται από οποιονδήποτε παράγοντα, είτε είναι κρύο, είτε ζέστη, είτε αγενής συμπεριφορά, θα τον προστατεύσω με όποιον τρόπο μπορώ. Η αγάπη δηλαδή που δείχνω στους ηθοποιούς μου, μου έχει στοιχίσει πολλά. Έχω βγάλει ανθρώπους από τη ζωή μου γιατί δεν καταλάβαιναν ότι για μένα ο ηθοποιός είναι εξαιρετικά σημαντικός. Δηλαδή, αν τυχόν έβλεπα αγένεια προς τον ηθοποιό πάντα επενέβαινα. Έχω μάθει με τον σκληρό τρόπο θέατρο. Βίωσα μια εποχή στην Αθήνα όπου σου έλεγαν αν δεν φας σκατά δεν θα βγεις στη σκηνή. Δεν ήθελα οι ηθοποιοί μου να το ζήσουν αυτό. Τους έχω έγνοια για το πώς νιώθουν, γιατί εκτίθενται και τους θεωρώ εύθραυστους. Μου στοίχισε σε πολλά επίπεδα το ότι εναντιώθηκα προκειμένου να υπερασπιστώ τους ηθοποιούς όμως, δεν το μετανιώνω, γιατί ήμουν δίκαιη.
Έφυγα από την Αθήνα το 2008 και για να καταλάβεις πήγα από την προηγούμενη μέρα στο αεροδρόμιο γιατί είχα μπουχτίσει με την αγένεια του κόσμου και τις άγριες καταστάσεις που συνέβαιναν εκεί. Παρεμπιπτόντως την Αθήνα ακόμη την αγαπώ βαθιά. Φεύγω λοιπόν και στο εξάμηνο φρικάρω και θέλω να επιστρέψω πίσω. Ευτυχώς σαν από μηχανής Θεός με παίρνει τηλέφωνο ο Δημήτρης Κομνηνός και μου προτείνει να κάνω σεζόν στην Αθήνα. Επέστρεψα το 2009 και ξαναγύρισα μόνιμα Κύπρο το 2010.
Είχα ανεξαρτητοποιηθεί από τους γονείς μου, δούλευα και έκανα και άλλες δουλειές για να επιβιώσω. Εργαζόμουν σε χαρτοπωλείο, σε μπαρ, σε τηλεφωνικό κέντρο, σε βεστιάριο και γενικά σε πάρα πολλές δουλειές. Τις έκανα παράλληλα γιατί δούλευα με ποσοστά στο θέατρο και δεν μπορούσα να επιβιώσω μόνο με αυτά. Κάποια στιγμή κουράστηκα πια να κάνω και άλλες δουλειές γι’ αυτό επέστρεψα στην Κύπρο.
Το πρώτο εξάμηνο που ήρθα για λίγο, κάναμε με τη Μαγδαλένα Ζήρα τη Θηβαϊδα και πήγαμε και στο Φεστιβάλ των Δελφών. Ηταν τρομερή εμπειρία! Ύστερα πήγα στην ΕΘΑΛ. Μετά από πέντε ακροάσεις με πήραν σαν δαχτυλογράφο γιατί είπα ότι ήξερα τυφλό σύστημα. Στην πορεία ανέλαβα όλα τα γραμματιακά της ΕΘΑΛ. Κάποια στιγμή ήρθε ο Τάκης ο Τζαμαριάς και λέω «κύριε Τζαμαριά είμαι και εγώ ηθοποιός». Έτσι με πήρε στο «Φτωχοί και Άγιοι» του Παπαδιαμάντη. Ο Τζαμαριάς ενθουσιάστηκε και έδειξα και εγώ ότι είμαι ικανή.
Ό,τι έκανα στην Αθήνα μηδενίστηκε, με το που ήρθα εδώ έπρεπε να ξεκινήσω ξανά από την αρχή. Ως σκηνοθέτης πρωτοεργάστηκα στην Αθήνα, συγκεκριμένα έκανα δυο σκηνοθεσίες και αντιλήφθηκα ότι μου άρεσε κι αυτό πολύ.
Δεν θα με καθορίσει μια απόρριψη διότι πλέον ξέρω ποια είμαι και τι κουβαλάω. Πήγα σε άπειρες ακροάσεις στον ΘΟΚ και δεν με πήραν ποτέ. Πάντα μου ερχόταν το χαρτί που έλεγε «λυπάμαι, αλλά δεν εγκριθήκατε», μέχρι που σταμάτησα να πηγαίνω. Κάποια στιγμή απλά κατάλαβα ότι δεν είναι προσωπικό. Δεν με απορρίπτει ο κύριος ΘΟΚ. Είναι απλώς ένας οργανισμός. Τελικά, μου έγινε ανάθεση από την Μαγδαλένα Ζήρα για το Σουρινάμ στις Αποθήκες ΘΟΚ. Έπειτα ο Σάββας Κυριακίδης μου έδωσε σκηνοθεσία στην παιδική-νεανική σκηνή και σκηνοθέτησα στο ΘΟΚ και μετά σκηνοθέτησα και την ΕΣΜΕ.
Δεν υπάρχουν ευεργέτες, όλοι δουλέψαμε σκληρά για να επιτύχουμε ό,τι πετύχαμε. Φυσικά μου δόθηκαν ευκαιρίες αλλά κάτι έκανα και εγώ για να μου δοθούν ευκαιρίες. Και ευχαριστώ κάθε έναν που βρέθηκε στον δρόμο και τους ηθοποιούς που με εμπιστεύονται όταν σκηνοθετώ και τα σχήματα που μου ανέθεσαν και τους ανθρώπους που είδαν σε εμένα κάτι παραπάνω. Αλλά ευεργέτης του εαυτού μου είμαι εγώ. Εγώ ξενύχτησα, εγώ ανησύχησα, εγώ ρίσκαρα πάρα πολλά πράγματα, για να είμαι σε αυτή τη δουλειά και γι' αυτό δεν ανήκω πουθενά. Δεν έχω μια αυλή να με υποστηρίζει, έχω ένα-δύο φίλους που με αγαπούν γι’ αυτό που είμαι, χωρίς να υπάρχουν συμφέροντα.
Μετανιώνω που ήμουν τόσο πολύ δοτική. Μου έδιναν το ελάχιστο και έδινα πίσω τα πάντα. Έδειχνα με τον τρόπο μου την ευγνωμοσύνη και μου εναντιωνόταν το σύμπαν ολόκληρο. Δηλαδή, έχω φάει τα μούτρα μου σε μπαράζ τοίχων. Με έχουν κάτσει στο σκαμνί πολλοί άνθρωποι, ότι τους αδίκησα και ήταν πολύ λυπηρό, πραγματικά αιφνιδιάστηκα. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που θα δικαιολογηθώ και θα πω τι έχω δώσει, απλώς άκουγα τα παράπονα κι έλεγα από μέσα μου ότι ήρθε η ώρα να αποχωρίσω. Πλέον, δεν εμπιστεύομαι τους ανθρώπους, δεν δίνω όλο μου το «είναι», λέω πιο συχνά ευχαριστώ και το τονίζω κι όλας σε αυτόν που το λέω.
Νιώθω ότι με δικαίωσε ο χρόνος, διότι ποτέ δεν ήμουν ψεύτικη. Δεν έκανα τίποτα για να με δουν οι άλλοι. Έκανα απλώς τη δουλειά μου και θεωρούσα ότι αυτό είναι αρκετό. Εκτιμήθηκε γενικά από όλους, με εξαίρεση δυο-τρία άτομα. Σε βάθος χρόνου οι άνθρωποι ξαναγυρνάνε σε εμένα και μου λένε "μα είχαμε μια ωραία συνεργασία και χαίρομαι που είναι αμοιβαία τα αισθήματα".
Η Μαρίνα μέσα από 9 ερωτήσεις
Αγαπημένο βιβλίο 100 χρόνια μοναξιάς Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκεζ .
Αγαπημένος ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος
Αγαπημένη συνήθεια νο1 πρωινές αγκαλιές με τον Στέφανο
Αγαπημένη συνήθεια νο2 Να οδηγάω ακούγοντας podcasts
Aγαπημένος προορισμός Ιταλία
Αγαπημένη παράσταση «Το γράμμα στον Ορέστη» με τον Στέφανο Δρουσιώτη.
Αγαπημένο τραγούδι αυτό τον καιρό «Τακούνια για καρφιά»
Αγαπημένος στίχος από τον Γλάρο του Τσέχωφ και είναι του Ντουργκιένιεφ «Χαρά στον άνθρωπο που σε τέτοιες ώρες έχει ένα σπίτι, μια ζεστή γωνιά να ζεσταθεί.»
Αυτό το διάστημα η Μαρίνα παίζει στην Κωμωδία "Κορίτσια ημερολογίου". Μπορείτε να δείτε λεπτομέρειες για την παράσταση EΔΩ